Τρίτη 3 Σεπτεμβρίου 2013

Η δράση των κομμουνιστών που οδήγησε στο συμμοριτοπόλεμο ΙΙ


Όταν τελείωσε ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και οι Γερμανοί αποχώρησαν από την Ελλάδα, το ΚΚΕ ήταν πανίσχυρο. Το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ κυριαρχεί σ' ολόκληρη σχεδόν την ηπειρωτική χώρα (εκτός από την Ήπειρο που ελέγχει ο ΕΔΕΣ του Ζέρβα), σπεύδοντας να ανακαταλάβει τις περιοχές που εγκαταλείπουν οι Γερμανοί. Παράλληλα προχωρεί σε εκκαθάριση οποιουδήποτε αντικομμουνιστικού αντιπάλου, σε σύμπνοια με το κλίμα που καλλιεργούσε κι ο ΕΛΑΣ Πελοποννήσου όταν έριχνε το σύνθημα στις 13 Οκτωβρίου 1944: «Ο Μοριάς είναι τώρα ελεύθερος από κατακτητές. Όμως δεν είναι ελεύθερος από την εσωτερική αντίδραση. Πρέπει να συντριβεί κι αυτή για να μπορεί ο ΕΛΑΣ να πει πως εκπλήρωση στο ακέραιο την αποστολή του». Διαθέτει και τον απαραίτητο οπλισμό, τον οποίο του είχαν παράσχει οι Βρετανοί στα πλαίσια της υποτιθέμενης αντίστασης εναντίων των κατοχικών δυνάμεων. Ήταν η μεγάλη ώρα για το ΚΚΕ. Η ώρα για την κατάκτηση της εξουσίας.

Παρ' ότι όμως έχει την δύναμη, δεν καταλαμβάνει τον στρατηγικό στόχο που είναι η Αθήνα. Απεναντίας, συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις του Λιβάνου για την δημιουργία κυβέρνηση εθνικής ενότητας υπό του Γεωργίου Παπανδρέου, αναλαμβάνοντας επτά υπουργεία κι αναγνωρίζει την ηγεσία του συμμαχικού στρατηγείου, υπό του Βρετανού στρατηγού Σκόμπι, υπογράφοντας και την οριστική Συμφωνία της Καζέρτας στις 26 Σεπτεμβρίου 1944 (στις διαπραγματεύσεις αυτές συμμετείχαν κι ο αρχηγός του ΕΛΑΣ στρατηγός Στέφανος Σαράφης, όπως κι ο αρχηγός του ΕΔΕΣ στρατηγός Ναπολέων Ζέρβας). Γιατί υπέγραψαν όμως οι Σιάντος και Ιωαννίδης τις -ακατανόητες έως «προδοτικές» τότε για τον κόσμο του ΚΚΕ- συμφωνίες αυτές; Τι τους υποχρέωνε; Η απάντηση είναι σχετικά απλή: Οι Έλληνες κομμουνιστές περίμεναν το πράσινο φως από τον «πατερούλη» Στάλιν για να ολοκληρώσουν την κυριαρχία τους. Αγνοούσαν όμως ότι ο «σύντροφος» Στάλιν, την ίδια στιγμή, μοιράζονταν με τον Τσόρτσιλ την Ευρώπη και τα Βαλκάνια σ' ένα κομμάτι χαρτί και παραχωρώντας την Ελλάδα στην σφαίρα επιρροής των Βρετανών. Η προσχώρηση του ΚΚΕ στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας του Παπανδρέου, έγινε με υπόδειξη του ίδιου του Στάλιν και με μεσάζοντα τον Βούλγαρο ηγέτη του ΚΚΒ, Δημητρόφ. Σ' αυτό το σημείο, αρκετά διαφωτιστικός είναι ο Τάκης Λαζαρίδης («Ευτυχώς ηττηθήκαμε σύντροφοι»):

Πολλοί μίλησαν για ανικανότητα και έλλειψη πολιτικής πείρας των ηγετών του ΚΚΕ. Άλλοι, αργότερα, μίλησαν ακόμα και για προδοσία. Όπως αποδεικνύεται, η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική. Οι Σιάντος - Ιωαννίδης έφτασαν στο Λίβανο και στην Καζέρτα γιατί εκεί οδηγούσαν λογικά οι αποφάσεις του 7ου Συνεδρίου της Κ.Δ. και γιατί αυτές ήταν οι σαφείς εντολές των σοβιετικών.

Όπως προκύπτει από διάφορα στοιχεία, με την έναρξη της κατοχής (ίσως και νωρίτερα) και για ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, η επαφή με την ΚΔ είχε χαθεί. Το θέμα προβλημάτιζε σοβαρά τους ηγέτες του ΚΚΕ που, μέσα στην ευθυνοφοβία τους, ένιωθαν έντονη την ανάγκη συγκεκριμένων οδηγιών και κατευθύνσεων από το κέντρο.

Ο Γιάννης Ιωαννίδης, στο σημείο αυτό τουλάχιστον, είναι απολύτως σαφής. Στην πρώτη συνάντησή του με τον Σιάντο μετά την απόδρασή του από το νοσοκομείο της Πέτρας τον Ιούλιο του 1942, αυτό ακριβώς το ζήτημα θέτει. Λέει στις «Αναμνήσεις» του (σελ. 126): «Μόλις έφτασα στην Αθήνα ρώτησα τον Σιάντο αν έχουμε επαφή με την ΚΔ. Μου είπε ότι δεν έχουμε. Κάναμε τίποτα, ρωτάω, για ν' αποκτήσουμε επαφή; Δεν κάναμε τίποτα, μου λέει. Χωρίς επαφή με την Κ.Δ., δουλειά σωστή δεν θα κάνουμε...».

Η τελευταία αυτή φράση τα λέει όλα. «Χωρίς επαφή με την ΚΔ δουλειά σωστή δεν θα κάνουμε». Μ' άλλα λόγια: «Μόνοι μας δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα. Μόνο εκτελώντας τις σοβιετικές οδηγίες και εντολές μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για την πορεία μας»...

Αποκαλυπτικότερη ομολογία ανικανότητας και εξάρτησης δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Ας μη τους αδικούμε όμως. Εκείνη την εποχή δεν ήταν οι μόνοι. Όλοι μας τότε πιστεύαμε ακράδαντα στο αλάθητο των σοβιετικών ηγετών. Ήταν για μας αδιανόητο ότι μπορούσε ποτέ να κάνουν λάθος αυτοί, που, εξοπλισμένοι με την «αθάνατη μαρξιστική - λενινιστική διδασκαλία», καθοδηγούσαν νικηφόρα το παγκόσμιο προλεταριάτο.

Δεν προκαλεί συνεπώς έκπληξη το γεγονός ότι επίμονες και αγωνιώδεις ήταν οι προσπάθειες των ηγετών του ΚΚΕ να αποκαταστήσουν επαφή με την Κ.Δ., δηλαδή με την σοβιετική ηγεσία. Στα πλαίσια των προσπαθειών αυτών εντάσσεται και η αποστολή του Τζήμα στο στρατηγείο του Τίτο. Αν δεν μπορούσαν να έχουν άμεση επαφή με τη Μόσχα, ας είχαν τουλάχιστον έμμεση.

Φαίνεται όμως πως και η προσπάθεια αυτή άργησε να ευοδωθεί. Ο Τέμπο μας πληροφορεί πως το καλοκαίρι του '43 ο Σιάντος του ζήτησε να τους φέρει σ' επαφή με την Κόμιντερν στη Μόσχα. Το πράγμα, είπε, ήταν τεχνικά δύσκολο. Μέσω του Τίτο έγινε ενέργεια αλλά η πρώτη επαφή της ελληνικής ηγεσίας με τη σοβιετική ηγεσία πραγματοποιήθηκε τον Φεβρουάριο του 1944. (Β. Μαθιόπουλου: Η Ελληνική Αντίσταση και οι «Σύμμαχοι». Πρόλογος).

Αν η πρώτη έμμεση επαφή με τη Μόσχα πραγματοποιείται τον Φεβρουάριο του 1944, άμεση και συνεχής επαφή αποκαθίσταται τον Ιούλιο του 1944 με την άφιξη στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας της σοβιετικής στρατιωτικής αποστολής. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια πως ως τότε οι ηγέτες του ΚΚΕ ήταν μόνοι και αβοήθητοι στη δράση τους και πως έπαιρναν «στα τυφλά» τις αποφάσεις τους. Υπήρχαν, κατ' αρχήν, οι καθημερινές εκπομπές του ραδιοφωνικού σταθμού της Μόσχας. Και, ως σταθερός «οδηγός δράσης», υπήρχαν οι αποφάσεις του 7ου Συνεδρίου της Κ.Δ. που συνήλθε στη Μόσχα τον Ιούλιο του 1935.

Με τις αποφάσεις του Συνεδρίου αυτού, ο Στάλιν έκανε μίαν απότομη στροφή. Ο επερχόμενος κίνδυνος από τον φασιστικό Άξονα τον υποχρέωνε να εγκαταλείψει την «επαναστατική» φρασεολογία και την τυχοδιωκτική πολιτική του, πολιτική που θεωρούσε τα σοσιαλιστικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα «κυματοθραύστη» του εργατικού κινήματος και «υπηρέτες» του ιμπεριαλισμού. Η σκληρή πραγματικότητα τον υποχρέωνε να διαπιστώσει ότι ακριβώς αυτά τα κόμματα, που μέχρι χθες κατηγορούσε, ήταν οι «φυσικοί» του σύμμαχοι για την αντιμετώπιση της χιτλερικής απειλής. Τα ΚΚ σ' όλο σχεδόν τον κόσμο παρέμεναν ασήμαντες μειοψηφίες, ανίκανες ν' αποτελέσουν σοβαρό ανάχωμα στη ναζιστική πλημμυρίδα. Με τις αποφάσεις του 7ου Συνεδρίου της Κ .Δ., ο Στάλιν έβαζε στα ΚΚ αυτό ακριβώς το καθήκον: Να αγωνιστούν για την «ενότητα όλων των αντιφασιστικών δυνάμεων» και την πολιτική έκφρασή της, το «Λαϊκό Μέτωπο».

Με την έναρξη της γερμανικής εισβολής και σ ' όλη τη διάρκεια της κατοχής, στο καθήκον αυτό προσπάθησε επιμελώς να ανταποκριθεί το ΚΚΕ. Αποτέλεσμα η ίδρυση του ΕΑΜ, της ΕΠΟΝ και των άλλων «ενιαιομετωπικών» οργανώσεων. Ταυτόχρονα, όμως, το ΚΚΕ είχε και ένα άλλο θεμελιώδες καθήκον: Να προετοιμάσει τους όρους για την, σε εύθετο χρόνο, κατάληψη της εξουσίας. Η κατάληψη της εξουσίας ήταν όρος απαράβατος για τον «θρίαμβο του σοσιαλισμού» και στην πατρίδα μας, που αποτελεί άλλωστε και τον λόγο ύπαρξης του ΚΚΕ.

Τα δύο καθήκοντα αλληλοσυγκρούονταν. Από τη μία έπρεπε να επιτευχθεί η ευρύτερη δυνατή ενότητα όλων των αντιφασιστικών και δημοκρατικών δυνάμεων, ολόκληρου του Λαού. Και από την άλλη να εξουδετερωθούν και να συντριβούν όλες εκείνες οι δυνάμεις που θα μπορούσαν ν' αποτελέσουν εμπόδιο στην πορεία του ΚΚΕ προς την εξουσία.

Η αντιφατικότητα των καθηκόντων εξηγεί και την αντιφατικότητα της πολιτικής: Επίμονες προσπάθειες για συνεργασία και ενότητα και ταυτόχρονα πόλεμος κατά του ΕΔΕΣ, εξόντωση του Ψαρρού και της ομάδος του, διαβολή και συντριβή όλων των εθνικιστικών αντιστασιακών οργανώσεων, μονοπώληση με κάθε τρόπο της Εθνικής Αντίστασης.

Παραβιάζει «ανοικτάς θύρας» όποιος προσπαθεί σήμερα να αποδείξει ότι ο Λίβανος και η Καζέρτα υπήρξαν αποτέλεσμα σοβιετικών εντολών και υποδείξεων. Τα υπάρχοντα ιστορικά στοιχεία και οι προσωπικές μαρτυρίες των πρωταγωνιστών δεν επιτρέπουν καμιά αμφιβολία. Διακεκριμένοι ιστορικοί της Αριστεράς, αγωνιστές οι ίδιοι της Εθνικής Αντίστασης, αναγνωρίζουν «ευθαρσώς» την ιστορική αλήθεια.

Ο Α. Κέδρος, στο δίτομο έργο του «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ 40-44», επικαλούμενος πλήθος αδιάψευστα στοιχεία, μεταξύ των οποίων και τη μυστική αλληλογραφία Στάλιν - Τσόρτσιλ, συμπεραίνει:
«Μ' όλο που τα ντοκουμέντα τα σχετικά μ' αυτή την κεφαλαιώδη στιγμή της Ιστορίας της Σύγχρονης Ελλάδας δεν είναι ακόμη γνωστά, ο ιστορικός διαθέτει σήμερα επαρκή στοιχεία για να βεβαιώσει ότι η συνθηκολόγηση της Αντίστασης μπροστά στην Ελληνική Κυβέρνηση του Καΐρου (μπροστά στη Βρετανική αδιαλλαξία) δεν αποφασίστηκε στο ελληνικό αντάρτικο, αλλά αλλού, στη Μόσχα!...».
(Τ. Β' σελ. 167-168)

Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει και ο Παύλος Νεφελούδης. Στο βιβλίο του «ΣΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΚΑΚΟΔΑΙΜΟΝΙΑΣ», σελ. 243-244, γράφει:
«Εν πάση περιπτώσει, απ' όλα τα μέχρι σήμερα γνωστά δεδομένα, το συμπέρασμα που βγαίνει, όσο κι αν αυτό προκαλεί "ηλεκτροσόκ" σ' ορισμένους επαναστάτες, είναι ότι η Σοβιετική Ένωση θυσίασε τον Ελληνικό Λαό, το έπος της αντίστασής του ενάντια στους καταχτητές και το ελληνικό κομμουνιστικό κίνημα, στο βωμό της εξυπηρέτησης των γενικώτερων συμφερόντων της (ανταλλαγή με τη συνοριακή Πολωνία), και στο όνομα «της υποταγής του μερικού στο γενικό συμφέρον της επανάστασης»...

Και ο Τ. Βουρνάς υπογραμμίζει:
«Και η συμφωνία του Λιβάνου και η Καζέρτα είναι προϊόντα σοβιετικών πιέσεων επί της ελληνικής ηγεσίας της Αριστεράς και είναι ματαιοπονία να αναζητούνται αλλού οι ευθύνες, όταν μάλιστα επισημαίνεται στο ιστορικό υλικό η διαμετρική αντίθεση μεταξύ αρχικών αποφάσεων της ηγεσίας και τελικών πραγματώσεων, που κατέληξαν στο Λίβανο, την Καζέρτα και τη Βάρκιζα, την αιματηρή αυτή αυλαία των Δεκεμβριανών και αφετηρία του Εμφυλίου...».
(Τ. Βουρνά, «Ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ», σελ. 6)

Σύμφωνο ή Συμφωνία της Καζέρτας

Πράγματι, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Βουρνάς, υπάρχει μια «διαμετρική αντίθεση μεταξύ αρχικών αποφάσεων της ηγεσίας και τελικών πραγματώσεων». Οι ηγέτες του ΚΚΕ πήγαν στο Λίβανο για να υπογράψουν μία ισότιμη συμφωνία κι όχι να παραδοθούν αμαχητί. Θυελλώδεις υπήρξαν οι αντιδράσεις και μέσα στους κόλπους της ηγεσίας του ΚΚΕ όταν έγιναν γνωστοί οι όροι της συμφωνίας. Το Μακεδονικό Γραφείο, με επικεφαλής τον Μάρκο, κατήγγειλε ανοικτά ως προδοτική τη συμφωνία του Λιβάνου.

Κάτω από τη γενική κατακραυγή, ο Ιωαννίδης καλεί έκτακτη ολομέλεια της ΚΕ. Πολλά έχουν γραφεί για τη «δραματική» αυτή Ολομέλεια που συνήλθε στα Πετρίλια στις 28-29 Ιουλίου 1944. Ο Μπαρτζώτας αφηγείται πως ο Σιάντος στην Ολομέλεια αυτή:
«... έφτασε στη συμφωνία του Λιβάνου, έκανε κριτική για τον τρόπο που χειρίστηκε το ζήτημα η αντιπροσωπεία μας και εξαπέλυσε μία προσωπική επίθεση ενάντια στον Π. Ρούσο (ήταν κατακόκκινος εκείνη τη στιγμή ο Σιάντος από το θυμό του), λέγοντας ότι για την υπογραφή του συμφώνου του Λιβάνου (και την παραβίαση των εντολών που πήρε από το ΠΓ της ΚΕ), έπρεπε να περάσει από στρατοδικείο και να εκτελεστεί! Τότε πετάχτηκε έξαλλος από τη θέση του ο Γιάννης Ζεύγος και με σηκωμένες τις τρίχες του κεφαλιού του φώναξε: "Αυτή τη στιγμή πρέπει κιόλας να τουφεκιστεί!". Μείναμε όλοι έκπληκτοι από τη στάση αυτή του συχνά Ολύμπιου και μειλίχιου Ζεύγου... Ποιος μπορούσε να φανταστεί τότε, ότι ύστερα από δύο μήνες ο Γ. Ζεύγος θα υπέγραφε τη συμφωνία της Καζέρτας!».

Αλήθεια, ποιος μπορούσε να το φανταστεί; Όλοι καταδίκασαν κατά τον πιο έντονο τρόπο τη συμφωνία. Με μόνη εξαίρεση τον Ιωαννίδη, που, κατά τον Μπαρτζώτα:
«Κατέκρινε το χειρισμό της αντιπροσωπείας (Ρούσος - Πορφυρογένης). Δεν έβαλε ζήτημα καταγγελίας της συμφωνίας. Επέκρινε τους συντρόφους της Μακεδονίας που κατέκριναν δημόσια τη συμφωνία του Λιβάνου...».

Παρά ταύτα, όχι μόνο δεν καταγγέλθηκε η συμφωνία του Λιβάνου, αλλά σε δύο μήνες υπογράφεται και η συμφωνία της Καζέρτας, την οποία, κατά τον Μπαρτζώτα πάντοτε, πρώτος ανακοίνωσε περιχαρής στους δημοσιογράφους ο κατοχικός πρωθυπουργός Ιω. Ράλλης! Και την οποία το κλιμάκιο του ΠΓ στην Αθήνα ( ο ίδιος ο Μπαρτζώτας δηλαδή...) κατήγγειλε με προκήρυξη σαν προβοκάτσια! Τι μεσολάβησε; Ποιος φταίει για όλ' αυτά; Ποιος είναι ο μεγάλος ένοχος; Το δραματικό αυτό ερώτημα θέτει σε ανύποπτο χρόνο ο Βλαντάς, όταν ήταν ακόμα κορυφαίο ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ, πιστός και αφοσιωμένος συνεργάτης του Ζαχαριάδη, καθαρόαιμος λενινιστής - σταλινιστής. Στην Πέμπτη ευρεία Ολομέλεια της ΚΕ, τον Δεκέμβρη του 1955, είπε μεταξύ των άλλων:
«...Τον Απρίλη - Μάη 1944 συνήλθε στο χωριό Κορυσχάδες Ευρυτανίας το Εθνικό Συμβούλιο (Εθνικοαπελευθερωτική Βουλή). Κατά την διάρκεια των εργασιών του, μάθαμε πως η αντιπροσωπεία μας στο Λίβανο έκλεισε προδοτική συμφωνία. Το ΠΓ του κόμματός μας οργάνωσε συνεδρίαση των μελών της ΚΕ που παραβρίσκονταν σαν βουλευτές στο Εθνικό Συμβούλιο. Εκεί ο Σιάντος χαρακτήρισε προδοσία τη συμφωνία του Λιβάνου και πρότεινε ν' αποφασιστεί η αποκήρυξή της και να μπει το ζήτημα στο Εθνικό Συμβούλιο. Και ο Παρτσαλίδης πρότεινε μόλις γυρίσει η αντιπροσωπεία μας από το Λίβανο, να περάσει από το Στρατοδικείο για προδοσία. Και οι δύο προτάσεις ψηφίστηκαν ομόφωνα. Το τι έγινε μετά είναι γνωστό. Δεν πέρασε πάνω από μήνας και η συμφωνία του Λιβάνου έγινε επίσημη γραμμή μας. Ρωτάω: Ποιος άλλαξε την απόφαση της ΚΕ μας και του Εθνικού Συμβουλίου; Ούτε η ΚΕ ούτε το Εθνικό Συμβούλιο ξανασυζήτησε αυτό το ζήτημα. Ο Ιωαννίδης πρέπει να πει στο Κόμμα ποιος άλλαξε αυτή την απόφαση της ΚΕ μας και του Εθνικού Συμβουλίου. Είναι φανερό πως την άλλαξαν οι Σιάντος - Ιωαννίδης. Μήπως αυτό δεν είναι προδοσία και τσαλαπάτημα των καθοδηγητικών οργάνων του Κόμματος, μα και του Εθνικού Συμβουλίου;».

Την απάντηση δίνουν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές. Οι Π. Ρούσος και Γ. Ιωαννίδης. Ο πρώτος, μετά τη Διάσκεψη του Λιβάνου ήρθε σε επαφή με τη σοβιετική πρεσβεία στα Κάιρο. Στην έκθεσή του προς το ΠΓ γράφει:
«Σε προσωπική επαφή με τον πρεσβευτή της ΕΣΣΔ δεν κατορθώσαμε να 'ρθούμε. Ζητήσαμε αν είναι δυνατό να έχουμε την άποψη της Σοβιετικής Κυβέρνησης πάνω στα ελληνικά ζητήματα από τον πρώτο σύμβουλο της πρεσβείας. Μετά 10 περίπου μέρες, δηλαδή ένα μήνα μετά τη λήξη της Διάσκεψης του Λιβάνου και μια βδομάδα μετά την αναχώρηση του Μιλτιάδη, ο σύμβουλος με κάλεσε και μου έκανε την ακόλουθη ανακοίνωση: "Η Σοβιετική Κυβέρνηση δεν απάντησε επί του θέματος. Ο πρεσβευτής όμως σας διαβιβάζει την ακόλουθη προσωπική του γνώμη. α) Η συμφωνία του Λιβάνου ανταποκρίνεται προς τη σημερινή κατάσταση των πραγμάτων. β) Η στάση της αντιπροσωπείας σας είναι η σωστή. γ) Πρέπει να μπείτε στην Κυβέρνηση και δ) Να φροντίσετε να γίνει γνωστή η γνώμη αυτή στα βουνά"...».

Αυτή ήταν η θέση της Σοβιετικής Κυβέρνησης, έστω κι αν διαβιβάζεται ως «προσωπική γνώμη» του πρεσβευτή. Ως εάν είναι δυνατόν να υπάρχει προσωπική γνώμη σε τέτοια κρίσιμα θέματα... Και αυτή ήταν η πρώτη ψυχρολουσία για τους ηγέτες του ΚΚΕ. Όμως το καίριο πλήγμα ήρθε απ' αλλού: Από τη σοβιετική στρατιωτική αποστολή που έφθασε στα βουνά της Ελεύθερης Ελλάδας στα τέλη Ιουλίου 1944. Και η οποία ήταν οτιδήποτε άλλο εκτός από στρατιωτική. Ήταν, όπως αποδεικνύεται, καθαρά κομματική αποστολή, επιφορτισμένη από τον Στάλιν να «καθοδηγεί» το ΚΚΕ και να ελέγχει «επί τόπου» την εφαρμογή των εντολών και των οδηγιών του. [...]

Στις «Αναμνήσεις» του ο Ιωαννίδης (σελ. 248), μιλώντας για τις συζητήσεις που είχε με τη σοβιετική αποστολή, λέει:
«...Τους κατατοπίσαμε για όλα από την πρώτη στιγμή. Μ' αυτό μπορούσαν να δουν και έβλεπαν την ειλικρίνειά μας. Παρ' όλα αυτά αυτοί δεν ήθελαν να αναλάβουν καμιά υποχρέωση. Δεν ήταν πια ότι δεν μ ας είχαν εμπιστοσύνη. Αλλά ήταν ότι ήξεραν πως την Ελλάδα την είχαν αναλάβει υπό την επιρροή τους οι Άγγλοι. Το ξέραν αυτό και τι να μας πουν. Δεν μπορούσαν να μας το πουν. Δεν μπορούσαν να μας το πουν...».

Ποιον προσπαθεί να πείσει με τη διπλή αυτή κραυγή ο Ιωαννίδης; Τους άλλους ή τον εαυτό του; Τι ακριβώς εννοεί με το «δεν μπορούσαν να μας το πουν»; Γιατί «δεν μπορούσαν να μας το πουν;».

Δύο είναι οι πιθανές εκδοχές: Μας ξεπούλησαν τόσο αδιάντροπα στους Εγγλέζους, εμπορεύτηκαν τόσο αισχρά τους αγώνες, τις θυσίες και τα οράματα ενός ολόκληρου λαού που, φυσικά, δεν τολμούσαν να το ομολογήσουν.

Η ερμηνεία αυτή δεν φαίνεται και τόσο πιθανή. Ως «γνήσιος» μαρξιστής - λενινιστής και πραγματικός «μπολσεβίκος» ο Ιωαννίδης δεν θα μπορούσε ποτέ να διατυπώσει, έστω και εμμέσως, τόσο βαριές κατηγορίες κατά των ηγετών του «τιμημένου» Κ.Κ.Σ.Ε. Πιθανότερη είναι μια άλλη ερμηνεία: Η μοίρα ενός λαού, η μοιρασιά σε σφαίρες επιρροής, είναι θέματα «υψηλής πολιτικής» και μας δεν μας πέφτει λόγος. Δεν μπορούσαν να κάτσουν οι Σοβιετικοί να μας δώσουν αναφορά τι συζήτησαν και τι αποφάσισαν με τους Άγγλους.

Αν αυτή είναι η σωστή ερμηνεία, τότε έχουμε μπροστά μας την κυνικότερη ομολογία εθελοδουλίας και υποτέλειας.

Παρ' ότι όμως στις 18 Οκτωβρίου 1944, ο Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ, δηλώνει ότι «Το Κ.Κ.Ε. στηρίζει την κυβέρνηση εθνικής ενότητας, γιατί το πρόγραμμά της ανταποκρίνεται στα συμφέροντα του ελληνικού λαού. Το Κ.Κ.Ε. είναι υπέρ των ομαλών δημοκρατικών λύσεων των ζητημάτων της χώρας» (μια δήλωση που επανέλαβε δύο ακόμη φορές, στις 2 και 21 Νοεμβρίου 1944), το ΚΚΕ κάνει μία στροφή 180 μοιρών, με αφορμή τον αφοπλισμό και διάλυση του ΕΛΑΣ όπως όριζαν οι συμφωνίες που είχαν γίνει (οι συμφωνίες προέβλεπαν και την διάλυση του ΕΔΕΣ κι όλων των ανταρτικών ομάδων, με σκοπό την δημιουργία εθνικού στρατού) και προσπαθεί να θέσει τις συμφωνίες που είχε υπογράψει, σε νέες βάσεις. Αρχικά, κατά την διάρκεια των μετέπειτα διαπραγματεύσεων που ακολούθησαν, η Εαμική παράταξη με τους υπουργούς Ζεύγο, Σβώλο και Πορφυρογένη, υπέβαλλε ένα σχέδιο που στην παράγραφο 2 λέει, («Επίσημα κείμενα του ΚΚΕ», σελίδα 476):

Θα καταρτισθή τμήμα Εθνικού Στρατού ίνα συνεχίση συμβολικώς την συμμετοχήν εις τον κοινόν συμμαχικό αγώνα και λάβη επίσης μέρος, αν απαιτηθεί, εις τας περιοχάς Κρήτης και Δωδεκανήσου. Εις το τμήμα τούτο του Εθνικού Στρατού το οποίον θα συμβολίζη επίσης την εθνικήν ενότητα, θα μετάσχουν η υφισταμένη Ορεινή Ταξιαρχία, ο Ιερός Λόχος και τμήμα του ΕΔΕΣ, καθώς και μία Ταξιαρχία του ΕΛΑΣ έχουσα δύναμιν ίσην προς το άθροισμα των ως άνω δυνάμεων και με ίσον εξοπλισμόν.

Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου έκανε δεκτή την πρόταση και συγκάλεσε συμβούλιο, με σκοπό την υπογραφή αυτής της συμφωνίας. Την ίδια όμως ημέρα, το ΚΚΕ κάνει πίσω και απαιτεί την ταυτόχρονη διάλυση και των ήδη υπαρχόντων εθνικών στρατιωτικών σωμάτων. Ο Ζεύγος θα επισκεφθεί τον Παπανδρέου για να του θέσει τους νέους όρους. Αναφερόμενος στην επίσκεψη του Γιάννη Ζεύγου στο σπίτι του, το απόγευμα της Τρίτης 28 Νοεμβρίου 1944, ο Γεώργιος Παπανδρέου γράφει («Ευτυχώς ηττηθήκαμε σύντροφοι», παραπομπή στο βιβλίο «Η ζωή του Γεωργίου Παπανδρέου», σελ. 257):

Ο Ζεύγος ετέλει υπό το κράτος μεγάλης νευρικότητος. Μου εδήλωσεν ότι το Κομμουνιστικόν Κόμμα δεν αποδέχεται πλέον την συμφωνίαν την οποίαν αυτός ο ίδιος είχε εγχειρίσει την προηγουμένην, και ότι θέτει νέους όρους προς αποδοχήν, μεταξύ των οποίων την ταυτόχρονον διάλυσιν της Ορεινής Ταξιαρχίας και του Ιερού Λόχου, την άμεσον καθιέρωσιν συνοπτικής διαδικασίας δια τους δοσιλόγους, την υποχρεωτικήν έκδοσιν των δικαστικών αποφάσεων προ της 10ης Δεκεμβρίου κ.λπ.

Κατάπληκτος του εδήλωσα ότι πρόκειται περί πλήρους υπαναχωρήσεως και ότι η Κυβέρνησις δεν δύναται να αποδεχθή τους νέους όρους αλλά εμμένει εις την γενομένην συμφωνίαν. Ο Ζεύγος τότε εις κατάστασιν εξάψεως έσπευσε να φύγη, χωρίς καν να με αποχαιρετήση. Απεκόμισα την εντύπωσιν, καθώς ανεκοίνωσα έπειτα εις το Υπουργικόν Συμβούλιον, ότι ο Ζεύγος είχεν αποστολή με την εντολήν να επιφέρη οπωσδήποτε την ρήξιν.

Ο δημοσιογράφος και βουλευτής της ΕΔΑ, Πότης Παρασκευόπουλος, θα καταλήξει στην κοινή διαπίστωση («Ελευθεροτυπία», Ιανουάριος 1985):

Η ηγεσία του ΚΚΕ γνωρίζει πια ότι οι νέοι όροι που έθεσε ο Γιάννης Ζεύγος στον Γεώργιο Παπανδρέου σήμαιναν και αναπόφευκτη ένοπλη σύγκρουση. Ουσιαστικά η κομμουνιστική ηγεσία στις 28 Νοεμβρίου απεφάσισε να μην αποφύγει πλέον την σύγκρουση με τις κυβερνητικές και βρετανικές ένοπλες δυνάμεις...

Οι Εαμικοί υπουργοί αποχώρησαν από την κυβέρνηση εθνικής ενότητας στις 2 Δεκεμβρίου 1944 και το μόνο που απέμενε, ήταν η σπίθα που θα πυροδοτούσε την δυναμιτισμένη ατμόσφαιρα. Έτσι, την επόμενη μέρα, Κυριακή, 3 Δεκεμβρίου, το ΕΑΜ διοργανώνει διαδήλωση στην πλατεία Συντάγματος, την οποία η κυβέρνηση είχε απαγορεύσει. Ο Ζεύγος, με άρθρο του που δημοσιεύεται την ίδια μέρα στον Ριζοσπάστη ρίχνει το σύνθημα: «Και τώρα τον λόγον έχουν οι μπαρουτοκαπνισμένοι μαχητές του ΕΛΑΣ». Οι διαδηλωτές θα δεχθούν τα πυρά της αστυνομίας και θα υπάρξουν 21 νεκροί και δεκάδες τραυματίας. Σύμφωνα με το ΚΚΕ, η επίθεση της αστυνομίας ήταν αναίτια, ενώ σύμφωνα με την εκδοχή της αστυνομίας, τα πυρά έπεσαν μετά από επιθέσεις διαδηλωτών. Το σκηνικό θα επαναληφθεί την επόμενη μέρα, στις 4 Δεκεμβρίου, όταν το ΕΑΜ θα κηρύξει γενική απεργία και διαδήλωση, με κεντρικό σύνθημα «Όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας, διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα».



Πραγματοποιούνται και πάλι επεισόδια, με νεκρούς διαδηλωτές και τα όπλα θα πάρουν τον λόγο. Ο ΕΛΑΣ θα πραγματοποιήσει επιθέσεις σε πολλά σημεία της Αθήνας, με κύριους στόχους, τα αστυνομικά τμήματα και η συμπλοκή θα γενικευτεί με την συμμετοχή των Βρετανών στο κυβερνητικό στρατόπεδο και όλων σχεδόν των αντιμαχόμενων ανταρτικών ομάδων. Ο Γεώργιος Παπανδρέου, θα δεχθεί δολοφονική επίθεση με χειροβομβίδες. Εν μέσω των εχθροπραξιών, γίνονται κάποιες διαπραγματεύσεις που όμως καταλήγουν σε αποτυχία. Τελικά ο ΕΛΑΣ θα ηττηθεί και στις 6 Ιανουαρίου 1945 αποσύρεται απ' την Αθήνα ζητώντας ανακωχή, που υπογράφεται στις 11 του ιδίου μηνός. Στις 12 Φεβρουαρίου 1945, με πρωθυπουργό πλέον τον Νικόλαο Πλαστήρα, υπογράφεται η Συμφωνία της Βάρκιζας, η οποία ορίζει την υποχρέωση του ΕΛΑΣ να διαλυθεί και να παραδώσει τον οπλισμό του, εντός δύο εβδομάδων.

Σύμφωνα με τον Τάκη Λαζαρίδη τα «Δεκεμβριανά» υποδαυλίστηκαν απ' την Σοβιετική Ένωση, που έριξαν έτσι το «γάντι» στους Βρετανούς:

Δεν ήταν λοιπόν ο Δεκέμβρης η «ηρωική αντίσταση του λαού στην ωμή επέμβαση του αγγλικού ιμπεριαλισμού», όπως υποστηρίζει το ΚΚΕ. Ούτε όμως και «βίαιη απόπειρα προς κατάληψη της εξουσίας», όπως υποστηρίζει η Δεξιά. Ήταν απλώς μία εσκεμμένη πρόκληση των Σοβιετικών, στα πλαίσια της ασίγαστης και υπόγειας -την εποχή εκείνη- διαμάχης τους με τους Βρετανούς. Και οι Βρετανοί αποδέχτηκαν την πρόκληση. Δεν είχαν άλλωστε άλλη επιλογή. Δεν έσυραν αλλά σύρθηκαν στον Δεκέμβρη οι Βρετανοί. Είχαν πληρώσει βαρύ τίμημα στη Μόσχα για να κρατήσουν την Ελλάδα και εννοούσαν να την κρατήσουν. Είναι πασίγνωστη η συμφωνία της Μόσχας τον Οκτώβρη του 44. [...]

Και είναι γεγονός αναμφισβήτητο πως σε όλη τη διάρκεια του Δεκέμβρη οι Σοβιετικοί δεν έβγαλαν τσιμουδιά. Ούτε μία απλή διαμαρτυρία, ούτε ένα σχόλιο. Οι σοβιετικές εφημερίδες δεν έγραψαν λέξη για το Δεκέμβρη. Για τους Σοβιετικούς ΔΕΝ ΥΠΗΡΞΕ Δεκέμβρης. Το σημειώνω με κεφαλαία γιατί αυτό και μόνο αποτελεί συντριπτική απάντηση στην διατυπούμενη άποψη ότι οι Σοβιετικοί δεν αντέδρασαν τον Δεκέμβρη για να μη διασπαστεί η αντιχιτλερική συμμαχία, για να ολοκληρωθεί η συντριβή του φασιστικού Άξονα.

Ωραία, λοιπόν, δεν μπορούσαν να επέμβουν οι Σοβιετικοί γιατί κινδύνευε η αντιφασιστική συμμαχία. Δεν μπορούσαν όμως να πουν μία λέξη, δεν μπορούσαν να στείλουν μία απλή διαμαρτυρία για τη βάναυση αυτή καταπάτηση των αρχών για την κατίσχυση ακριβώς των οποίων έχυναν το αίμα τους οι λαοί στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο; Δεν μπορούσαν να πιέσουν στο πολιτικό και διπλωματικό πεδίο;

Δεν έκαναν τίποτα. Και αντί για οποιαδήποτε συμπαράσταση, για οποιαδήποτε βοήθεια, κι ενώ συνεχίζονται οι μάχες στην Αθήνα, η Σ. Ένωση, στις 30 Δεκεμβρίου, αναγγέλλει την αποστολή πρεσβευτή στην κυβέρνηση Παπανδρέου...

Τα γεγονότα μιλούν με τη δική τους αδυσώπητη λογική. Η σοβιετική σιωπή το Δεκέμβρη δεν ήταν ένδειξη αδυναμίας. Ήταν και παραμένει ακλόνητη απόδειξη ενοχής. Κι αν οι Σοβιετικοί δεν ήθελαν τον Δεκέμβρη γιατί δημιουργούσε κινδύνους για τη συμμαχική ενότητα, θα μπορούσαν κάλλιστα να τον σταματήσουν οποιαδήποτε στιγμή. Αρκεί να κουνούσε λίγο το δαχτυλάκι του ο Στάλιν. Ή μήπως θα είχαν αντιρρήσεις οι Σιάντος - Ιωαννίδης;...

Η άποψη ότι οι Σοβιετικοί υπέκυψαν στον βρετανικό εκβιασμό και δεν αντέδρασαν τον Δεκέμβρη για να μη διασπαστεί η συμμαχική ενότητα, είναι αβάσιμη και για τον απλό λόγο ότι οι Βρετανοί δεν ήταν σε θέση να ασκήσουν κανέναν εκβιασμό. Αν μπορούσαν, δεν θα άφηναν τον Στάλιν να καταβροχθίσει την Πολωνία και μαζί ολόκληρη την Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη. Τον άφησαν γιατί απλούστατα δεν μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά...

Και ο Γεώργιος Παπανδρέου όμως ήταν αρκετά υποψιασμένος για την σοβιετική εμπλοκή και επιπλέον πεπεισμένος, πως η ένοπλη σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη και η θολή ατμόσφαιρα θα έπρεπε να ξεκαθαρίσει, φέρνοντας το ΚΚΕ ενώπιον των ευθυνών του. Αποκαλεί μάλιστα τα «Δεκεμβριανά», που αποτέλεσαν αφορμή προς τούτο, ως «δώρο Θεού» (επιστολή στην«Καθημερινή», 2 Δεκεμβρίου 1948):

[...] Εφ’ όσον το ΚΚΕ παρέμεινε πάνοπλον, η Ελληνική Κυβέρνησις, καθώς ελέγαμεν τότε, ήτο απλώς «η περικεφαλαία του ΕΑΜικού Κράτους…

Αλλά πότε θα έπρεπε ν’ αποφασισθή η αποστράτευσις; Θα έπρεπε ν’ αποφασισθή αμέσως, ή να αναβληθή δι’ αργότερον; Το ζήτημα του χρόνου ήτο κρισιμώτατον. Το ΚΚΕ εζήτει αναβολήν. Και αι γενικώτεραι συνθήκαι την ηυνόουν. Εφόσον εξηκολούθει ο πόλεμος εναντίον του Ναζισμού, ηδύνατο να θεωρηθή παράλογος η άμεσος αποστράτευσις δυνάμεων της Εθνικής Αντιστάσεως. Και δι’ αυτό ουδαμού της Ευρώπης συνέβη.

Αλλά μου ήτο σαφές, ότι ο χρόνος ειργάζετο υπέρ του ΚΚΕ.

Και εσωτερικώς, διότι θα εξησφάλιζεν εν τω μεταξύ την πλήρη διάβρωσιν –όπως φαίνεται να συνέβη εις την Τσεχοσλοβακίαν. Και εξωτερικώς, διότι τότε η Σοβιετική Ενωσις ευρίσκετο ακόμη εις την θανάσιμον εμπλοκήν με τον Ναζισμόν και επροφυλάσσετο να διαταράξη τας Συμμαχικάς σχέσεις της. Και δια τούτο ακριβώς παρέστησε, καθ’ όλον τον Δεκέμβριον, τον ουδέτερον –και μάλιστα μέχρι του σημείου να μας αναγγείλη την 30ην Δεκεμβρίου, την αποστολήν πρέσβεως, ενώ ακόμα αι μάχαι εμαίνοντο εις τας Αθήνας.

Και δια τούτο επέμεινα ανενδότως εις την άμεσον αποστράτευσιν. Και η 10η Δεκεμβρίου έμενεν αμετακίνητος.

Το συμπέρασμα είναι ότι ο Δεκέμβριος ημπορεί να θεωρηθή «δώρον του υψίστου». Αλλά, δια να υπάρξη ο Δεκέμβριος, έπρεπε προηγουμένως να είχωμεν έλθει εις την Ελλάδα. Και τούτο ήτο δυνατόν μόνο με την συμμετοχήν και του ΚΚΕ εις την κυβέρνησιν, δηλαδή με τον Λίβανον. Και δια να ευρεθούν εδώ οι Βρετανοί, οι οποίοι ήσαν απαραίτητοι δια την Νίκην, έπρεπε προηγουμένως να είχεν υπογραφή το Σύμφωνον της Καζέρτας. Και δια να γίνη η Στάσις –«το δώρον του Υψίστου»– έπρεπε προηγουμένως να επιμείνω εις την άμεσον αποστράτευσιν του ΕΛΑΣ και να θέσω το ΚΚΕ ενώπιον του διλήμματος ή να αποδεχθή ειρηνικώς τον αφοπλισμόν του ή να επιχειρήση την Στάσιν, υπό συνθήκας όμως πλέον, αι οποίαι ωδήγουν εις την συντριβήν του. Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια.
Ο Λαζαρίδης αναφέρεται επικριτικά στην ηγεσία του ΚΚΕ και σε μια άλλη παράμετρο της Συμφωνίας της Βάρκιζας, την αμνήστευση των ηθικών αυτουργών, όχι όμως και των φυσικών:

Με βαρειά καρδιά υπέγραψαν οι Σιάντος-Παρτσαλίδης. Όμως αυτό δεν τους απαλλάσσει από τις ιστορικές ευθύνες τους. Όχι βέβαια γιατί δέχτηκαν να παραδώσουν τα όπλα. Αλλά γιατί μαζί με τα όπλα παρέδωσαν και τους αγωνιστές. Το άρθρο 3 της συμφωνίας με το οποίο αμνηστεύονται οι ηθικοί αλλά όχι και οι φυσικοί αυτουργοί, αποτελεί μνημείο αμοραλισμού και αναισχυντίας. Με το άρθρο αυτό οι ηγέτες του ΚΚΕ φροντίζουν να αμνηστεύσουν τον εαυτό τους, εγκαταλείποντας απλούς μαχητές στην εκδικητική μανία του αντιπάλου. Δεν υπάρχει, οπωσδήποτε, παρόμοιο προηγούμενο όχι μόνο στην ελληνική αλλά και στην παγκόσμια ιστορία. Οι ηγέτες ενός νικημένου στρατού υπογράφουν μία συμφωνία βάσει της οποίας αμνηστεύονται οι ίδιοι ενώ οι απλοί στρατιώτες που πολέμησαν και μάτωσαν «τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι» παραδίδονται ανυπεράσπιστοι στα έλεος του εχθρού! [...]

Οι Σοβιετικοί, ενόψει της Γιάλτας και θέλοντας προφανώς να δώσουν δείγματα καλής συμπεριφοράς στους Δυτικούς, έδωσαν εντολή να υπογραφεί η συμφωνία, να παραδοθούν τα όπλα. Και δεν είναι βέβαια τυχαίο το ότι η Συμφωνία της Βάρκιζας συνέπεσε με τη Διάσκεψη της Γιάλτας. Οι Σιάντος-Παρτσαλίδης, στη βιασύνη τους να εκτελέσουν αυτή την εντολή, έσπευσαν να υπογράψουν και το άρθρο 3, στέλνοντας στο σφαγείο χιλιάδες αγωνιστές. Και έσπευσε ταυτόχρονα ο Σιάντος να κάνει τις τραγελαφικές εκείνες δηλώσεις...

Δεν ήταν όμως ο Σιάντος που μιλούσε. Με το στόμα του Σιάντου μιλούσαν οι Σοβιετικοί. Ήταν μία διαβεβαίωση, μία υπόσχεση στους Άγγλους ότι ο Δεκέμβρης έληξε οριστικά, ότι η μοιρασιά που έγινε στη Μόσχα τον Οκτώβρη του '44 εξακολουθούσε να ισχύει...
Τι άφησαν όμως πίσω τους αυτές οι 33 ημέρες εμφύλιας αιματοχυσίας; Σύμφωνα με τον Νικόλαο Μέρτζο («Τα 10 θανάσιμα αμαρτήματα του ΚΚΕ»):

Οι γνώμες διχάζονται. Ο Άδ. Κύρου, επικαλούμενος επίσημα έγγραφα, αναφέρει ότι από την πλευρά των κομμουνιστικών δυνάμεων και του αμάχου πληθυσμού ο ΕΛΑΣ προκάλεσε τις ακόλουθες απώλειες σε ανθρώπους:

Νεκροί: 474 αξιωματικοί των Ενόπλων Δυνάμεων και 2.117 οπλίτες, 133 αξιωματικοί της Χωροφυλακής, 143 υπαξιωματικοί της Χωροφυλακής και 382 Χωροφύλακες, 52 αξιωματικοί της Αστυνομίας Πόλεων, 39 υπαξιωματικοί και 140 αστυφύλακες, 4 αξιωματικοί του Πυροσβεστικού και 5 πυροσβέστες.

Από τον άμαχο πληθυσμό εσφαγιάσθησαν 56.373 Έλληνες από τους οποίους 275 κληρικοί, 239 εκπαιδευτικοί, 120 γιατροί και 264 εργάτες και υπάλληλοι συνδικαλιστές. Εξετελέσθη από τον ΕΛΑΣ και η μεγάλη τραγωδός Ελένη Παπαδάκη (σ.σ.: Εκτελέστηκε, κατηγορούμενη για φιλογερμανική στάση στην Κατοχή) που εμψύχωνε τον αθηναϊκό λαό στα μαύρα χρόνια της Κατοχής με τις ανεπανάληπτες ερμηνείες της στην αρχαία ελληνική τραγωδία. Στον θάνατό της ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός αφιέρωσε το συνταρακτικό επιτάφιο ποίημά του «Μνήσθητί μου, Κύριε». Απήχθησαν από τον ΕΛΑΣ 46.871 ως όμηροι, που πολλοί χάθηκαν κάτω από φρικτά βασανιστήρια.

Από την πλευρά της Αριστεράς υποστηρίζεται ότι οι αριθμοί των θυμάτων είναι απείρως μικρότεροι και μεγιστοποιήθηκαν για λόγους προπαγάνδας. Η Αριστερά παραδέχεται πάντως ότι, σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση του υπουργείου Δικαιοσύνης, είχαν εξετασθή ως τις 3 Απριλίου 5.000 πτώματα από τα οποία ήσαν 1.700 νεκροί των μαχών και 1.800 εκτελεσμένοι, ενώ ο Μιλτιάδης Πορφυρογένης, από τα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ, παραδέχθηκε σε άρθρο του αμέσως ότι «Είναι αλήθεια πως μέσα στο Δεκέμβρη έγιναν υπερβασίες». Αναφέρονται από την Αριστερά 700 νεκροί Ελασίτες και 3.500 νεκροί από τον άμαχο πληθυσμό στην Αθήνα, ενώ στον Πειραιά σκοτώθηκαν 300 Ελασίτες και 700 άμαχοι. Συνελήφθησαν αργότερα 25.000 αριστεροί, που φυλακίσθηκαν ή στάλθηκαν σε στρατόπεδα.

Τρεις μήνες αργότερα, τον Απρίλιο του 1945, στην εισήγησή του προς την 11η Ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ ο Γ. Σιάντος παραδέχτηκε: «Π.χ. η ομηρεία. Είναι λάθος αριστερό. Κάναμε λάθος να μη δεχθούμε να αφήσουμε τους ομήρους και τους δώσαμε (στους δεξιούς) την ευκαιρία να καλύψουν τα εγκλήματά τους».

Κι ο Νίκος Ζαχαριάδης, στην 12η Ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ (25-27 Ιουνίου 1945) θα παραδεχθεί ότι «Αγριότητες έγιναν και τέτοιες έκαμαν και μέλη του κόμματος... Περιπτώσεις όπως του Κορώνη, είτε της ηθοποιού Παπαδάκη δεν μπορούν να βρουν δικαίωση και πρέπει να καταδικαστούν ανοιχτά...».

Ο Γρηγόρης Φαράκος (1923-2007), ο οποίος ηγήθηκε του ΚΚΕ (1989-1991) και είχε διετελέσει και διευθυντής του «Ριζοσπάστη», στο βιβλίο του «Άρης Βελουχιώτης: Το χαμένο αρχείο, άγνωστα κείμενα, η στάση της ηγεσίας του ΚΚΕ απέναντι στον Άρη Βελουχιώτη», επικαλείται την μαρτυρία του Δημήτρη Καραθάνου (σελ. 78), συμπολεμιστή του Βελουχιώτη και συγγραφέα του βιβλίου του «Αντίο καπετάνιε» και η οποία αποτελεί ενός είδους «αυτοκριτικής» και απενεχοποίησης του Βελουχιώτη...

Μου αφηγήθηκε (ο Καραθάνος) ότι, κατά τη διάρκεια της κοινής τους σκληρής περιπέτειας Μαρτίου – Ιουνίου 1945, είχε μιλήσει στον Άρη για τις υπερβολές που σημειώθηκαν στον Μοριά. Κι εκείνος αναγνώριζε ειλικρινά ότι ήταν λάθος, υπογραμμίζοντας τις πιέσεις που δεχόταν από τα τοπικά κομματικά–εαμικά στελέχη. Ομολογώ ότι η πληροφορία (που δεν αμφιβάλλω για την ακρίβειά της) με εντυπωσίασε.

Σύντομα όμως, το ΚΚΕ θα καταπατήσει κι αυτή την συμφωνία. Άλλωστε ο ίδιος ο Ζαχαριάδης θα παραδεχτεί αργότερα, πως η συμφωνία της Βάρκιζας, δεν ήταν τίποτε άλλο, από έναν τακτικό ελιγμό με σκοπό το ΚΚΕ να κερδίσει χρόνο (υποβαθμίζοντας όμως έτσι και την βούληση της Σοβιετικής Ένωσης που παρότρυνε το ΚΚΕ προς αυτήν την κατεύθυνση) και την χαρακτηρίζει ως «εκδήλωση σύμπτυξης και ανακατάταξης των δυνάμεων» (1 Ιουλίου 1945, 12η ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ). Κάτι που θα επαναλάβει και στην 6η Ολομέλεια (1949): «Η Βάρκιζα αποτελούσε μία υποχώρηση που θα μας επέτρεπε να ανασυντάξουμε τις δυνάμεις μας και να εξαπολύσουμε μια καινούργια επίθεση. Ήταν ένας απαραίτητος ελιγμός». Την ίδια στιγμή, ο ΕΛΑΣ έκρυβε τον οπλισμό του (σύμφωνα με την μαρτυρία του Ιωαννίδη, από τα 70.000 όπλα, παραδόθηκαν 46.000, απ' τα οποία τα 25.000 ήταν έτσι κι αλλιώς άχρηστα) και χιλιάδες στελέχη του, είχαν μεταβεί στις όμορες γειτονικές χώρες για εκπαίδευση. Παρ' ότι το ΚΚΕ δεν είχε την -επίσημη- στήριξη της Σοβιετικής Ένωσης, εν τούτοις είχε την αμέριστη συμπαράσταση των βαλκανικών κομμουνιστικών χωρών και ιδιαιτέρως αυτή της Γιουγκοσλαβίας του Τίτο. Στο Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας, θα ιδρύσει ο Ζαχαριάδης μυστικό στρατόπεδο. Ο καπετάν Γούσιας, παλαιό στέλεχος του ΚΚΕ, αναφέρει σχετικά:

Μετά την ήττα του Δεκέμβρη 1944 και τη συμφωνία της Βάρκιζας, μερικές χιλιάδες αγωνιστές καταδιωκόμενοι κατέφυγαν στις γειτονικές Λαϊκές Δημοκρατίες και συγκεντρώθηκαν στο Μπούλκες της Γιουγκοσλαβίας. Σχεδόν όλοι ήταν μαχητές του ΕΛΑΣ και μια μεγάλη αναλογία, αξιωματικοί του ΕΛΑΣ. Το Μπούλκες μπορούσε και έπρεπε να παίξει σημαντικό ρόλο στην προετοιμασία κομματικών και στρατιωτικών στελεχών, γιατί η πλειοψηφία τους ήταν αφοσιωμένοι αγωνιστές.

Σε πλήρη σύμπνοια με το ΚΚΕ, ο Τίτο το καλοκαίρι του 1945, θα καταγγείλει την Ελλάδα για καταπίεση των μειονοτήτων. Την ίδια καταγγελία θα κάνουν και οι Χότζα της Αλβανίας και Δημητρόφ της Βουλγαρίας. Μετά από έναν χρόνο από την υπογραφή της Συμφωνίας της Βάρκιζας, το ΚΚΕ αποφασίζει να ξαναπάρει στα χέρια τα όπλα. Γράφει σχετικά μ' αυτό, ο Νίκος Ζαχαριάδης («Καινούργια κατάσταση, καινούργια καθήκοντα», 1949):

Η απόφαση για την επανάληψη του ένοπλου αγώνα πάρθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 1946, επέτειο της συμφωνίας τής Βάρκιζας με ρητή επίσημη βεβαίωση του Τίτο ότι θα μας δώσει ουσιαστική συμπαράσταση. Αυτό αποτέλεσε σημαίνοντα παράγοντα για την απόφαση της, χωρίς την υπόσχεση αυτή δεν θα καταφεύγαμε στον ένοπλο αγώνα. Είναι ολοφάνερο ότι δεν μπορούσαμε να προχωρήσουμε σε ένοπλη αντιπαράθεση χωρίς να έχουμε εξασφαλισμένα τα νώτα μας.

Το όργανο του ΚΚΕ, «Νέος Κόσμος», θα επιβεβαιώσει και θα επικροτήσει τη θέση αυτή του Ζαχαριάδη (Σεπτέμβριος 1952):

Όταν το Κ.Κ.Ε. το 1946, στη 2η Ολομέλεια τής Κ.Ε. έπαιρνε την ιστορική απόφαση για τον δεύτερο ένοπλο αγώνα στηρίζονταν:
α) Στο ότι στη χώρα μας αναπτύσσεται και φουντώνει η επαναστατική κρίση.
β) Ότι στα νώτα μας υπήρχαν οι λαϊκές δημοκρατίες, που αντιρόπιζαν τον αρνητικό παράγοντα της αγγλικής και κατόπιν της αμερικανικής κατοχής στην Ελλάδα.
 Είναι σωστή η θέση αυτή του κόμματος;
Είναι πέρα για πέρα σωστή. Η θέση υπολογίζει τις εσωτερικές συνθήκες τής επανάστασης και τις εξωτερικές δυνατότητες. Για μας η ύπαρξη των λαϊκοδημοκρατικών μετόπισθεν ήταν άμεση εφεδρεία...

Στις 31 Μαρτίου 1946 είχαν προκηρυχθεί εκλογές. Το ΚΚΕ αντί επιλέξει τον δρόμο στον οποίον θα αναδείκνυε και την πραγματική του δύναμη, προτίμησε τον δρόμο της αποχής, πράγμα που προμήνυε εξελίξεις. Κι όντως, ανήμερα των εκλογών, ο καπετάν Μπαρούτας, μέλος του ΚΚΕ, εξαπολύει επίθεση στον αστυνομικό σταθμό του Λιτόχωρου και εξολοθρεύει όλη την δύναμη. Θα επακολουθήσουν κι άλλες τέτοιες επιθέσεις, έως το καλοκαίρι του 1946, που ο Ζαχαριάδης δίνει εντολή στον Μάρκο Βαφειάδη να ανεβεί στο βουνό και να συντονίσει τις διάσπαρτες ανταρτικές ομάδες. Έτσι, στις 28 Οκτωβρίου 1946, ιδρύεται το «Γενικό Αρχηγείο», που τον Δεκέμβριο του 1946 θα μετονομαστεί σε «Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδος» (ΔΣΕ), με την συμμετοχή και Βούλγαρων, καθώς και Γιουγκοσλάβων αξιωματικών. Παράλληλα ο Ζαχαριάδης ζητά την βοήθεια της Σοβιετικής Ένωσης, μέσω του Βούλγαρου Δημητρόφ. Ο Δημητρόφ, του διαμηνύει και τον συμβουλεύει να περιοριστεί στο πολιτικό πεδίο και την νομιμότητα, ενώ το τελικό μήνυμα που μεταφέρεται (μέσω Ιωαννίδη) στις 31 Δεκεμβρίου 1946 είναι: «Αυτή τη στιγμή δεν πρέπει να υπολογίζετε τη ζητούμενη βοήθεια. Θα πρέπει να περιμένετε. Δημητρόφ». Στις 10 Ιανουαρίου 1947, ο Ζαχαριάδης αποφασίζει να στείλει προσωπική επιστολή (δημοσιεύθηκε στην «Αυγή», τον Δεκέμβριο του 1979) στον Στάλιν, ζητώντας και πάλι βοήθεια:

Αγαπητέ Σύντροφε Στάλιν!

Η Κ.Ε. του ΚΚΕ απευθύνεται σε σας με την παρακάτω παράκληση:
Γνωρίζετε πως, κάτω από την καθοδήγηση του κόμματός μας, ο ελληνικός λαός διεξάγει σήμερα έναν πολύ δύσκολο αγώνα ενάντια στην αγγλική πολιτική κατοχής στην Ελλάδα και ενάντια στο νεοφασιστικό καθεστώς που έχει οργανωθεί και καθοδηγείται από τους Άγγλους.

Αυτός ο αγώνας έχει βέβαια μεγάλη σημασία για το δημοκρατικό αγώνα όλων των λαών. Τις μορφές που παίρνει αυτός ο αγώνας, μια και έφτασε μέχρι την ένοπλη αντίσταση και απόκρουση, τη δείχνει τόσο ο βαθμός της σοβαρότητάς του όσο και η έκτασή του, από την άποψη της μαζικότητάς του.

Το κόμμα μας, που βρίσκεται επικεφαλής αυτού του αγώνα, έχει μπροστά του δυσκολότατα καθήκοντα, ένα από τα οποία είναι το οικονομικό πρόβλημα.

Σεις κατανοείτε τι σημασία έχει στη διεξαγωγή αυτού του αγώνα η απουσία επαρκών χρηματικών μέσων, ιδιαίτερα στις συνθήκες παρανομίας και διώξεων, που δοκιμάζει τώρα το κόμμα μας.

Σας παρακαλούμε να μας βοηθήσετε και να ικανοποιήσετε τις σοβαρότατες ανάγκες μας και ελπίζουμε πως γρήγορα θα λάβουμε την απόφασή σας γι' αυτό το θέμα.

Με συντροφικούς χαιρετισμούς
Η Κ.Ε. του Κ.Κ. της Ελλάδας
Ο Γραμματέας: Νίκος Ζαχαριάδης

Σύμφωνα με υπόμνημα του Ζαχαριάδη, που εστάλη στον Στάλιν μέσω Δημητρόφ, η οργανωμένη δύναμη του ΕΛΑΣ στα τέλη του 1945, είχε ως εξής:
Μακεδονία: 1.180.
Θεσσαλία: 1.400.
Στερεά: 150.
Πελοπόννησος: 150.

Ο Στάλιν τον αγνοεί και ο Ζαχαριάδης στρέφεται προς τον ηγέτη της Γιουγκοσλαβίας, Τίτο, ο οποίος εμφανίζεται πρόθυμος να τον βοηθήσει. Όχι όμως χωρίς ανταλλάγματα. Ο Τίτο έθεσε τους όρους για παροχή βοήθειας στην ελληνική κομμουνιστική αντιπροσωπεία, της οποίας ηγούνταν ο Λεωνίδας Στρίγκος, ένας εκ των ιδρυτικών στελεχών του ΚΚΕ, οι οποίοι ήταν οι εξής:
1. Οι δυνάμεις του ΔΣΕ να δεχθούν την συγκυριαρχία της σλαβομακεδονικής ΣΝΟΦ.
2. Τα ένοπλα ελληνικά τμήματα να ισούνται αριθμητικά με αυτά της ΣΝΟΦ, της οποίας αρχηγός ορίστηκε ο Γκότσεφ.
3. Μετά την επικράτηση του ΔΣΕ, οι περιοχές της Καστοριάς, της Φλώρινας και της Αριδαίας, θα περνούσαν στην κυριαρχία της Γιουγκοσλαβίας.

Ο Τίτο διευκρίνισε, πως σε περίπτωση που δεν γίνουν δεκτοί αυτοί οι όροι, θα κλείσει τα σύνορα στους αντάρτες, που μέχρι τότε μπαινόβγαιναν ελεύθερα στην Γιουγκοσλαβία. Ο Στρίγκος διαβίβασε τους όρους του Τίτο στον Ζαχαριάδη κι αυτός τους έκανε δεκτούς. Για λόγους «στρατηγικής» όμως απέφυγε να ανακινήσει «μακεδονικό θέμα», καθώς κάτι τέτοιο θα ερχόταν σε αντίθεση με το κοινό λαϊκό αίσθημα και θα δυσκόλευε την πορεία του «αγώνα» («Το "κατηγορώ" των νεκρών της Ναούσης», κεφ. «Στρίγκος-Τίτο», Δημήτριος Θεοχαρίδης).

Στις 10 Φεβρουαρίου 1947, ο Ζαχαριάδης δεν θα παραλείψει να ευχαριστήσει με επιστολή του τον Τίτο για την βοήθειά του:

Αγαπητέ σ. Τίτο

Θεωρούμε επιτακτικό μας καθήκον να σας ευχαριστήσουμε εγκάρδια, και σας και όλη την Κεντρική Επιτροπή για τη σοβαρή βοήθεια που μας δώσατε σ' απάντηση στην τελευταία έκκληση της Κεντρικής μας Επιτροπής, όπως και για όλη τη βοήθεια που μας δίνει το αδελφό γιουγκοσλαβικό κόμμα.

Η βοήθεια αυτή έρχεται σε στιγμή νέας εντατικής πάλης του ελληνικού λαού για την ανεξαρτησία και τη δημοκρατία και στερεώνει ακόμα πιο πολύ τους δεσμούς ανάμεσα στους λαούς της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας.

Εξ ονόματος της Κ.Ε. του ΚΚΕ

Τον Ιούνιο του 1947, η ανταρσία θα επισημοποιηθεί και τον Αύγουστο του ιδίου έτους, ο Βαφειάδης θα δημοσιεύσει το «Σύνταγμα της ελεύθερης Ελλάδος», σύμφωνα με το οποίο, η Ελλάδα ανακηρύσσονταν σε «δημοκρατία» που θα κυβερνιόταν από τα λαϊκά συμβούλια, κατά τα πρότυπα των σοβιέτ, με πρωτεύουσα την Κόνιτσα, την οποία προσπάθησε ανεπιτυχώς να καταλάβει. Κι ενώ ο πρωθυπουργός Θεμιστοκλής Σοφούλης, θα δώσει γενική αμνηστία στους αντάρτες, το ΚΚΕ, θα κηρύξει επίσημα την επανάσταση τον Σεπτέμβριο του 1947, τασσόμενο στο πλευρό του ΔΣΕ, κι όπως ήταν επόμενο, τέθηκε εκτός νόμου. Στις 24 Δεκεμβρίου 1947, αναγγέλλεται η «Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση» (η λεγόμενη «κυβέρνηση του βουνού»), με «πρόεδρο» τον Μάρκο Βαφειάδη. Ταυτόχρονα, εισέρχονται στον ελλαδικό χώρο και «συμμαχικά» ανταρτικά σώματα από τις γείτονες χώρες προς βοήθεια του ΔΣΕ.

Τα κίνητρα αυτής της κίνησης αποσκοπούσαν στην απόσχιση ελληνικού εδάφους και δημιουργία ντε φάκτο ανεξάρτητου κρατιδίου, κατ' αρχάς στην περιοχή της Ηπείρου και της δυτικής Μακεδονίας. Άλλωστε η μάχη της Κόνιτσας, αυτόν τον σκοπό εξυπηρετούσε: Την μεταφορά της «κυβέρνησης του βουνού» στην «πρωτεύουσα» του νεογέννητου κρατιδίου, έτσι ώστε να δημιουργήσει «δίκαιο», που θα επέτρεπε την αναγνώριση από τις κομμουνιστικές χώρες και κατά συνέπεια την απροκάλυπτη στήριξη και βοήθεια. Θα είχαμε δηλαδή μια «Λαϊκή Δημοκρατία της Δυτικής Ελλάδος» και την Ανατολική Ελλάδα, κατά τη Βόρειο και Νότιο Κορέα, ή Δυτική και Ανατολική Γερμανία. Οι προθέσεις αυτές διαφάνηκαν σε κομμουνιστικό συνέδριο, που έλαβε χώρα στο Στρασβούργο το 1947 και στο οποίο συμμετείχε και το ΚΚΕ.



«Ριζοσπάστης» (28 Ιουνίου 1947)
Στο σχετικό δημοσίευμα του «Ριζοσπάστη» (28 Ιουνίου 1947), παρατίθεται ο σχετικός λόγος που εκφώνησε ο εκπρόσωπος του ΚΚΕ, Μιλτιάδης Πορφυρογένης, στις 27 Ιουνίου 1947. Διαβάζουμε απ' αυτόν την κεντρική ιδέα…..

ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΗΝ ΑΔΙΑΛΛΑΞΙΑ...

Σήμερα γίνεται ολοένα πιο φανερό, ότι δίπλα στις ακούραστες προσπάθειες του ΕΑΜ και του δημοκρατικού κόσμου για λαϊκή συμφιλίωση και κατευνασμό, μόνο η αποφασιστική πολεμική επίδοση και η ανάπτυξη του Δημοκρατικού Στρατού μπορεί να εξαναγκάσει την αντίδραση να σκεφθεί σοβαρές υποχωρήσεις σαν κι αυτές που διαγράφτηκαν την άνοιξη, μα τις ματαίωσε η ξετσίπωτη αμερικανική ιμπεριαλιστική παρεμβολή. Και η αποφασιστική πολεμική επίδοση και ανάπτυξη του Δημοκρατικού Στρατού της Ελλάδας, μπροστά στο γεγονός της αμερικανογγλικής και μοναρχοφασιστικής αδιαλλαξίας, αναγκαστικά τείνει να αποκρυσταλλωθεί και αποκρυσταλλώνεται κιόλας προς τη δημιουργία μιας λεύτερης δημοκρατικής Ελλάδας, με δική της κυβέρνηση και δική της κρατική υπόσταση.

Για ένα τέτοιο πράγμα, υπήρχαν και πριν και υπάρχουν και σήμερα, ακόμα περισσότερο, όλες οι απαραίτητες αντικειμενικές στρατιωτικές, πολεμικές, υλικές, πολιτικές, ηθικές, ψυχολογικές, μα και γεωγραφικές προϋποθέσεις.

Αν προς την κατεύθυνση αυτή είμαστε ακόμα κάπως διστακτικοί, είναι γιατί η δύναμη της λαϊκής πλειοψηφίας και η εμπιστοσύνη που μας έχει ο λαός, μας επιτρέπουν να κάνουμε υποχωρήσεις, δημοκρατικά ανεκτές και να εξαντλούμε και την παραμικρή δυνατότητα. Από την άλλη όμως μεριά, γίνεται ολοένα και περισσότερο φανερό, ότι η αδιαλλαξία της αντίδρασης, ξένης και ντόπιας, δεν βρίσκει δισταγμούς και αναγκαστικά το υπέρτατο συμφέρον της Δημοκρατίας και της Εθνικής Ανεξαρτησίας, φέρνει προς τη δημιουργία λεύτερης Ελλάδας με δική της κυβέρνηση.

Σε όλο το προηγούμενο διάστημα, αλλά και το επόμενο διάστημα, σημειώνονται αιματηρές συμπλοκές, ενώ στρατολογούνται βιαίως απ' τον ΕΛΑΣ, οι άνδρες των καταληφθέντων χωριών. Οι καταστροφές, το πλιάτσικο και κυρίως οι θηριωδίες διαδέχονται η μία την άλλη και ο τόπος γεμίζει πτώματα αθώων και αμάχων, χωρίς καμία διάκριση ανάμεσα σε γέρους, γυναίκες και παιδιά. Ακόμη και η υποψία συμπάθειας προς τον αντίπαλο ΕΔΕΣ, ήταν αρκετή για βασανισμούς και μαρτυρικούς θανάτους με το στίγμα του «προδότη».





Τον Ιούνιο του 1948, ο εθνικός στρατός θα πραγματοποιήσει επίθεση στον Γράμμο, που αποτελούσε προπύργιο του ΕΛΑΣ. Μετά από άγριες και φονικές μάχες, που άφησαν πίσω τους πάνω από 12.000 νεκρούς, ο Γράμμος θα πέσει στα χέρια του στρατού, στις 21 Αυγούστου 1948. Ο Βαφειάδης, με κάποιες δυνάμεις και οπλισμό, κατορθώνει να διαφύγει στην Αλβανία. Τον Νοέμβριο του 1948, ο Βαφειάδης που διακρίνοντας την τελική συντριβή, πρότεινε την αποφυγή της αναμέτρησης «σώμα με σώμα» με τον εθνικό στρατό και την μετάβαση στον ανταρτοπόλεμο, καθαιρείται απ' τον Ζαχαριάδη ως «δειλός», «προδότης», «κάθαρμα» και «χαφιές» και εξορίζεται. Ο Βαφειάδης βέβαια, θα μπει με «δόξα και τιμή» στην ελληνική βουλή, ως βουλευτής Επικρατείας με το ψηφοδέλτιο του ΠΑΣΟΚ, το 1989, το οποίο αναγνώρισε έτσι, την εθνική του «προσφορά».

Ο Ζαχαριάδης θα αναλάβει ο ίδιος την αρχιστρατηγία με κεντρικό σύνθημα «Το 1949, χρόνος της νίκης». Θα διαψευστεί όμως. Τα δεδομένα δεν τον ευνοούν. Ο ταξίαρχος του ΔΣΕ, Αλέξανδρος Ρόσιος, δίνει την εικόνα διάλυσης που επικρατούσε: «Βοήθεια σε πολεμικό υλικό ερχόταν· πολεμιστές για να το χρησιμοποιήσουν δεν βρίσκαμε... Υπήρχε τεράστιο πρόβλημα εφεδρειών και ο Ζαχαριάδης προσπαθούσε να το λύσει με αρπαγές παιδιών, ακόμα και γυναικών» («Καθημερινή», 28/11/1999). Με την διακήρυξη περί «αυτοδιάθεσης του μακεδονικού λαού», τον Ιανουάριο του 1949, προσεταιρίζεται έναν ικανό, σχετικά, αριθμό σλαβόφωνων, ενώ δεν διστάζει να προχωρήσει και στην ένταξη στον ΔΣΕ, των Αλβανών Τσάμηδων, που είχαν συνεργαστεί στην διάρκεια της Κατοχής, με τα κατοχικά στρατεύματα. Όμως, ο ΔΣΕ ηττάται σε όλα σχεδόν τα μέτωπα. Τον Απρίλιο του 1949, ο Ζαχαριάδης καλείται στη Μόσχα. Στο ΚΚΕ, περιμένουν την επιστροφή του με αγωνία. Ενώ προσδοκούν ευχάριστα νέα, δέχονται μια ψυχρολουσία. Γράφει σχετικά ο Γούσιας (Γεώργιος Βοντίτσος) στο βιβλίο του «Οι αιτίες για τις ήττες, τη διάσπαση του ΚΚΕ και της Ελληνικής Αριστεράς»:

Στις 19 Απρίλη γύρισε ο Ζαχαριάδης. Εγώ βρισκόμουν στα τμήματα και γύρισα στο Σταθμό του Γενικού Αρχηγείου τα ξημερώματα. Μόλις είχα ξαπλώση το πρωί στις 20 Απρίλη, ήρθε και με ξύπνησε ο Μ. Παρτσαλίδης και μου είπε:

«Γιώργη, Γιώργη, μεγάλο κακό πάθαμε, ο Στάλιν έβαλε ζήτημα να υποχωρήσουμε, να σταματήσουμε τον ένοπλο αγώνα. Γιατί έχουν πληροφορίες ότι τώρα το καλοκαίρι με το πρόσχημα επιχειρήσεων κατά του Δ.Σ.Ε., οι Αμερικανοί θα επιτεθούν και θα πάρουν την Αλβανία. Η Σοβιετική Ένωση λόγω της διακοπής των σχέσεών της μετ η Γιουγκοσλαβία, δεν μπορεί να βοηθήσει την Αλβανία, γι' αυτό πρέπει να αποφύγουμε να τους δώσουμε αυτό το πρόσχημα».

Ακούγοντας αυτή τη θλιβερή είδηση ταράχτηκα και για πολλή ώρα δεν μπόρεσα να συνέλθω. Αυτή η μέρα ήταν η πιο πικρή και θλιβερή μέρα της ζωής μου γιατί θα άρχιζε μια μεγάλη Οδύσσεια για μας όλους τους πολεμιστές, που λέγεται εμιγκράτσια και μας πότισε τα περισσότερα φαρμάκια.

Το πρωί στις 20 Απρίλη μαζευτήκαμε ο Ν. Ζαχαριάδης, ο Μ. Παρτσαλίδης κι εγώ. Ο Ζαχαριάδης μας ανακοίνωσε τις συνομιλίες που είχε με τον Στάλιν και άλλα μέλη της καθοδήγησης του ΚΚΣΕ. Του είπαν ότι η Αλβανία και η Βουλγαρία απ' την 1η Μάη 1949 κλείνουν τα σύνορά τους και δεν μπορούμε να πάρουμε απολύτως τίποτα κι όποιος μπαίνει θα κρατείται. Καμμιά βοήθεια δεν μπορούν να μας δώσουν γιατί έτσι θα μπορέσουν ν' αποφύγουν τον πόλεμο με τους Αμερικανούς και την κατάληψη της Αλβανίας από τους Αμερικανούς. Του υπέδειξαν να υποχωρήσουμε στα τέλη του Μάη και να σταματήσουμε τον πόλεμο.

Δεν μπορούσα να καταλάβω αυτή τη θέση της ηγεσίας της Σοβιετικής Ένωσης. Γιατί ύστερα από 3χρονο αγώνα σκληρό, που με τα στήθια μας, νηστικοί και ξυπόλητοι δημιουργήσαμε ένα δυνατό λαϊκοεπαναστατικό στρατό, και ευνοϊκές συνθήκες, να μας εγκαταλείπουν και να μας αναγκάζουν να υποχωρήσουμε; Όταν ο αντίπαλος έπαιρνε τεράστια βοήθεια απ' τους Αγγλοαμερικανούς, γιατί το στρατόπεδο το σοσιαλιστικό και αντιιμπεριαλιστικό δεν έπρεπε να μας βοηθήσει; [...]

Μπροστά μας έμπαινε ή να μείνουμε και να εξοντωθούμε μια και μας κλείναν τα σύνορα, ή να υποχωρήσουμε και να πάρουμε το δρόμο της εμιγκράτσιας. Δεν είχαμε τίποτα άλλο να κάνουμε από το να πειθαρχήσουμε και να προτιμήσουμε την υποχώρηση, όσο πικρή κι αν ήταν. [...]

Στις 22 Απρίλη ήρθε ο Β. Μπαρτζώτας απ' τον Γράμμο και πραγματοποιούμε συνεδρίαση του Π.Γ. της Κ.Ε. του ΚΚΕ. Πήραν μέρος ο Ν. Ζαχαριάδης, Γιάννης Ιωαννίδης, Μ. Παρτσαλίδης, Β. Μπαρτζώτας και ο Γούσιας. Ο Ζαχαριάδης μίλησε για τις συζητήσεις που έκανε στη Μόσχα και το ζήτημα της υποχώρησης που του έβαλαν. Είπε ότι όπως διαγράφτηκε η διεθνής κατάσταση, πρέπει να υποχωρήσουμε. Δεν έχουμε άλλο δρόμο. Πρότεινε τους τρόπους που θα πραγματοποιήσουμε την υποχώρηση τεχνικά και πολιτικά, ακριβώς όπως την πρότεινε και στην προηγούμενη σύσκεψη που κάναμε οι 3 μας.

Λίγες ημέρες αργότερα, η Μόσχα αλλάζει γνώμη κι ο Στάλιν δίνει την νέα εντολή: «Συνεχίστε!». Γράφει σχετικά ο Γούσιας:

Μετά δυο μέρες από το φευγιό του Ζαχαριάδη από το Γράμμο, μας στέλνει τηλεγράφημα που μας πληροφορεί ότι δημιουργήθηκε νέα κατάσταση για την ώρα. Τα μέτρα μας για υποχώρηση αναστέλλονται. Όλα επανέρχονται όπως και πρώτα. Μας συστήνει έντονη δράση. Το τηλεγράφημα αυτό από πρώτη ματιά μου προκαλούσε χαρά, γιατί δεν υποχωρούμε. Όμως παράλληλα μου προκάλεσε και βαθειά λύπη και ανησυχία. Δεν μπορούσα να ησυχάσω. Όλο αναρωτιόμουν που πάμε; Τι είναι αυτό που μας λένε, πώς σκέφτονται αυτό το να εντείνουμε τη δράση; Τα τμήματά μας στην Πελοπόννησο τα γονάτισε ο αντίπαλος με τις συνεχείς επιχειρήσεις που ενεργεί εναντίον τους από τις 19 Δεκέμβρη 1948 και αυτό από παντελή έλλειψη πυρομαχικών, γιατί ο αντίπαλος άλλαξε τον αγγλικό οπλισμό με αμερικάνικο και τα πολεμοφόδια που πέσαν στα χέρια των τμημάτων μας ήταν άχρηστα. Στη Ρούμελη και Θεσσαλία τα τμήματά μας συνεχώς μάχονται και αντιμετωπίζουν επιθέσεις του αντιπάλου. Πώς θα μπορέσουν να πραγματοποιήσουν μέτωπο και να εξασφαλίσουν τροφή σε τόσο μεγάλο τμήμα; Στο Βίτσι και Γράμμο με τα ψίχουλα που παίρνουμε, πως θα κρατήσουμε, θα φθείρουμε και θα δώσουμε χτυπήματα για ανατροπή;

Όπως παρατηρεί ο Τάκης Λαζαρίδης:

Αυτά λέει ο Γούσιας. Και είναι αλήθεια. Γιατί διασταυρώνονται και μ' άλλες πηγές. Και γιατί δεν είχε κανένα λόγο να επινοήσει όλη αυτή την ιστορία. Το να ομολογεί καθαρά ότι για τον εμφύλιο πόλεμο ο Στάλιν αποφάσιζε και κείνοι απλώς εκτελούσαν, δεν είναι βέβαια και τόσο τιμητικό...

Δύο είναι νομίζω τα συμπεράσματα που προκύπτουν αβίαστα. Πρώτον, η πλήρης και απόλυτη εξάρτηση και υποταγή του Ζαχαριάδη και των στενών συνεργατών του στις οδηγίες και τις εντολές του Στάλιν. Ακόμη και στις πιο αλλοπρόσαλλες και αντιφατικές. Θεωρούν εντελώς φυσικό και αυτονόητο να τις εκτελούν αναντίρρητα, έστω κι αν διαφωνούν ριζικά. Δεν τολμούν να εκφράσουν την παραμικρή διαφωνία, κάθονται μόνο και συζητούν πώς θα πραγματοποιήσουν την υποχώρηση «τεχνικά και πολιτικά»...

Βλέπουν πως η συνέχιση του πολέμου δεν έχει πια κανένα νόημα, η ήττα είναι αναπόφευκτη. Κι ωστόσο δέχονται να συνεχιστεί η άσκοπη αιματοχυσία, αφού αυτή ήταν η εντολή του Στάλιν. Υποτίθεται πως διηύθυναν τον ένοπλο αγώνα του Ελληνικού Λαού για ανεξαρτησία και σοσιαλισμό. Στην πραγματικότητα απλώς εκτελούσαν κατά γράμμα τις εντολές της Μόσχας. Έχοντας την ψευδαίσθηση ότι έτσι εκπληρώνουν το «διεθνιστικό τους χρέος»...

Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι ο Στάλιν δεν νοιαζόταν καθόλου για τη μοίρα του Ελληνικού Λαού. Κυνικός και αδίστακτος, χρησιμοποιούσε τον Εμφύλιο για την προώθηση των στόχων της εξωτερικής του πολιτικής. Τον ανοιγόκλεινε σαν φυσαρμόνικα, ανάλογα με τις ανάγκες της στιγμής και ανάλογα με την αντίδραση που συναντούσε. Ανιχνεύοντας κάθε στιγμή τις διαθέσεις του αντιπάλου και χαράσσοντας έτσι πιο αποτελεσματικά τη γενικότερη στρατηγική του.

Στο μεταξύ όμως ο Τίτο, που έχει έρθει σε ρήξη με τον Στάλιν, διακόπτει την βοήθεια και κλείνει τα σύνορα στο ΚΚΕ, φέρνοντάς το σε αδιέξοδο και ενώπιον της ολοκληρωτικής ήττας, η οποία επήλθε τελικά τον Σεπτέμβριο του 1949, οδηγώντας τον Ζαχαριάδη, ηττημένο πλέον στον δρόμο της διαφυγής προς την Αλβανία. Ο υπαίτιος της ήττας, για το ΚΚΕ είχε βρεθεί. Ήταν ο Τίτο που τους εγκατέλειψε. Το τίμημα όμως, έτσι κι αλλιώς βαρύ... 50.000-100.000 Έλληνες νεκροί. Περισσότεροι κι απ' τους 23.000 νεκρούς στα πεδία των μαχών με τους εισβολείς του Άξονα...

Τι «γεύση» όμως αφήνει σε ανθρώπους της Αριστεράς, ο εμφύλιος σπαραγμός, που προκλήθηκε απ' την «δίψα» του ΚΚΕ για ανάληψη της εξουσίας, με κάθε μέσο; Πως εκτιμάται αυτός ο «αγώνας»;

Τάκης Λαζαρίδης («Ευτυχώς ηττηθήκαμε σύντροφοι»):

Αγώνας, λοιπόν, για τα ανώτερα ιδανικά της Ελευθερίας, της Δημοκρατίας και του Σοσιαλισμού με βιαίως στρατολογημένους χωριάτες και χωριατοπούλες 17 και 18 χρονών που αναγκάζονται με το ζόρι να πολεμήσουν, με το ζόρι να σκοτώσουν και να σκοτωθούν...

Και μόνο για το λόγο αυτό, όλοι αυτοί οι καπετάνιοι και οι επίτροποι, οι στρατηγοί και οι ταξίαρχοι, αντί να δημοσιεύουν συγγράμματα και να καμαρώνουν για τη δράση και τα κατορθώματά τους, θα 'πρεπε να κρύψουν το πρόσωπο από ντροπή και να κλάψουν πικρά για το αδικοχυμένο αίμα και τις συμφορές του Εμφυλίου...

Και τα Μακρονήσια, τα βασανιστήρια, οι εκτελέσεις;
Ναι, όλ' αυτά είναι αλήθεια και συνθέτουν μερικές από τις πιο μελανές σελίδες της σύγχρονης ιστορίας μας. Εκείνοι ωστόσο που θρηνούν για τις αγριότητες του Εμφυλίου, ας μην ξεχνούν πως ο εμφύλιος είναι πόλεμος όπως όλοι οι πόλεμοι και μάλιστα πιο σκληρός και πιο ανελέητος. Το πραγματικό ερώτημα δεν είναι ποιος ευθύνεται για τις αγριότητες του εμφυλίου αλλά ποιος ευθύνεται για τον ίδιο τον εμφύλιο.

Ηττηθήκαμε και τις τρεις φορές όχι γιατί η ηγεσία του κόμματος έκανε λάθη, όχι γιατί στάθηκε ανίκανη να οδηγήσει στη νίκη. Αλλά γιατί θεωρούσε πάντοτε υπέρτατο νόμο όχι το συμφέρον της πατρίδας αλλά το συμφέρον της «παγκόσμιας επανάστασης». Χάσαμε γιατί παίζαμε με σημαδεμένη τράπουλα και το παιχνίδι ήταν χαμένο απ' την αρχή. Γι' αυτό χάσαμε την εξουσία.
Και ευτυχώς που τη χάσαμε...

Ο Λαζαρίδης, θα αποστείλει και μια επιστολή στις 11 Δεκεμβρίου του 2003 στον Κώστα Καραμανλή, όταν αυτός έπλεξε το εγκώμιο για τον Χαρίλαο Φλωράκη (γνωστό στον εμφύλιο ως «καπετάν Γιώτη»), αποκαλώντας τον «τίμιο πολιτικό» και αποδίδοντάς του «κοινωνικούς αγώνες»:

«Αξιότιμε κ. Πρόεδρε,

Δυσκολεύτηκα πολύ να διαβάσω στον χθεσινό τύπο και να καταλάβω τον διθύραμβο και τα εγκώμια που πλέξατε στον κ. Χαρίλαο Φλωράκη για τους "τίμιους πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες" που έδωσαν ο ίδιος και το κόμμα του. Τρεις φορές χρειάστηκε να σκουπίσω τα γυαλιά μου αμφιβάλλοντας αν με γελούν τα μάτια μου ή με προδίδει η αργόστροφη, λόγω ηλικίας, σκέψη μου. Τελικώς, μετά από κοπιώδη προσπάθεια, κατάλαβα ότι, πράγματι, αποτίετε φόρο τιμής στον αδικημένο κ. Φλωράκη, ο οποίος "πρόσφερε πολλά και πήρε λίγα". Ως απλός οπαδός της μεγάλης φιλελεύθερης παράταξης, δικαιούμαι νομίζω να τύχω εκ μέρους σας μιάς απαντήσεως στο απλό ερώτημα: Γιατί είναι άξιος τιμής ο κ. Φλωράκης; Ποιές ακριβώς υπηρεσίες προσέφερε στην πατρίδα;

Από όσα γνωρίζω ο κ. Φλωράκης διέπρεψε στον Εμφύλιο ως καπετάνιος μεραρχίας του "Δημοκρατικού Στρατού". Έλαβε μέρος, μεταξύ των άλλων, στην επιχείρηση κατά του Καρπενησιού, στην λεηλασία της πόλης, στην εκτέλεση αθώων κατοίκων της και στην βίαιη στρατολογία πολλών άλλων.

Γνωρίζω επίσης ότι εν συνεχεία ο κ. Φλωράκης φοίτησε σε ανώτατη ρωσική στρατιωτική σχολή και ότι του απενεμήθη ο βαθμός ανωτέρου αξιωματικού του σοβιετικού στρατού. Του στρατού που κατέπνιγε τις λαϊκές εξεγέρσεις στις χώρες του πρώην "υπαρκτού σοσιαλισμού" και στήριζε την στυγνή δικτατορία των Μπρέζνιεφ - Αντρόπωφ και σία.
Γνωρίζω τέλος ότι μετά την Μεταπολίτευση ο κ. Φλωράκης, ως ηγέτης του ΚΚΕ, αγωνίστηκε με πάθος κατά της ένταξης της χώρας μας στην Ε.Ε. και υπέρ του εγκλωβισμού της, με "ειρηνικά" αυτή την φορά μέσα, στη σοβιετική στρούγκα. Την μετατροπή της δηλαδή σε σοβιετικό προτεκτοράτο, κατά τα πρότυπα της Αλβανίας, Βουλγαρίας κ.λπ.

Είναι "τίτλοι τιμής" αυτοί για τους οποίους πρέπει να τιμάται ο κ. Φλωράκης; Μήπως υπάρχουν και άλλοι που δεν είναι ευρύτερα γνωστοί και τους οποίους γνωρίζετε μόνον εσείς και οι συνεργάτες σας; Δεν θα έπρεπε να τους μάθουμε και εμείς οι απλοί Έλληνες πολίτες;
Δεν σας κρύβω επίσης κ. Πρόεδρε ότι από χθες με κατατυραννεί ένα βασανιστικό δίλημμα: καλώς ή κακώς εγώ ο παλιός αριστερός (και πιστεύω πολλοί άλλοι σαν και μένα) απεχώρησα από το ΚΚΕ και προσχώρησα στην φιλελεύθερη παράταξη, καταγγέλοντάς το για την ανεύθυνη και τυχοδιωκτική πολιτική του που είχε τόσο βαρύ ανθρώπινο και υλικό κόστος για τη χώρα; Αφού, κατά την εκτίμησή σας, οι αγώνες που διεξήγαγε και διεξάγει το ΚΚΕ είναι επωφελείς για την Πατρίδα και αξίζουν κάθε τιμής και επαίνου, μήπως θα πρέπει, συντετριμμένος πλέον, να δηλώσω και πάλι "λάθος" και να επιστρέψω ικέτης κοντά στον κ. Φλωράκη και το ΚΚΕ; Μήπως θα μπορούσατε να μου δώσετε μία συμβουλή επί του πρακτέου;
Με την προσήκουσα τιμή,

Τάκης Λαζαρίδης».

Λεωνίδας Κύρκος («Καθημερινή», 3 Δεκεμβρίου 2006):

[...] Όλοι αυτοί, ας μην τους πω όλους, ήταν περιτρίμματα. Με πιάνει τρόμος άμα σκεφτώ ότι π.χ. αν νικούσε τότε η επανάστασή μας θα είχαμε πρωθυπουργό τον Μάρκο, έναν γελοίο άνθρωπο -τον είδα από κοντά και κατάλαβα τι γελοίος άνθρωπος ήταν- θα είχαμε υπουργό Οικονομικών τον Μπαρτζώτα, θα είχαμε υπουργό της Παιδείας π.χ. τον Στρίγγο, θα είχαμε υπουργό των Εσωτερικών τον άλλον, τον ανεκδιήγητο άνθρωπο που ήρθε από την Κρήτη, τον Βλαντά, ο οποίος ήταν για την εποχή εκείνη ένας ήρωας για τη νεολαία, γραμματέας της νεολαίας κ.τ.λ. Άνθρωποι γελοίοι, χωρίς καμιά παιδεία για να παίξουν έναν ουσιαστικό ρόλο, σαν αυτόν που φιλοδοξούσαν να παίξουν. Κι όμως εκείνη την εποχή, σας επαναλαμβάνω, τους έβλεπα τους ανθρώπους αυτούς σαν γίγαντες. [...]

Κορνήλιος Καστοριάδης («Επα­ναστατικό κίνημα σήμερα»):

Αν το ΚΚΕ νικούσε το Δεκέμβρη δεν επρόκειτο «να σώσει το αστικό καθεστώς», ούτε να μοιράσει την πραγματική εξουσία με την αστική τάξη και τους πολιτικούς της εκπροσώπους. Θα τους εξοβέλιζε γρήγορα ή αργά, απότομα ή βαθμιαία. Η Λαϊκή Δημοκρατία (με πεντακόσια εισαγωγικά, γιατί ούτε λαϊκή είναι, ούτε δημοκρατία, αλλά δικτατορία του ΚΚ) θα αρχίσει φυσικά με μορφή «συνασπισμού» κυβερνητικού, όπου το ΚΚ θα είχε πλάι του διάφορα τεχνητά πολιτικά κατασκευάσματα, τους «αριστερούς αγροτικούς», «φωτισμένους φιλελεύθερους», «λαϊκοδημοκρατικούς μοναρχικούς», «προοδευτικούς παλαιοημερολογίτες», «ριζοσπαστικούς ελληνοχριστιανούς» κ.λπ., για καμουφλάρισμα, κατασκευάσματα διευθυνόμενα από συνειδητές ή μη συνειδητές μαριονέττες του ΚΚ Ξέρουμε ότι τέτοια κατασκευάσματα υπήρχαν ήδη. Κάτω απ' αυτήν την κυβέρνηση, όπου το ΚΚ. μόνο, θα κατείχε μια πραγματική δύναμη, τον αντάρτικο στρατό, θα κατελάμβανε όλες τις καίριες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό, στη διοίκηση, στην παραγωγή, στα συνδικάτα, στους αγροτικούς συνεταιρισμούς, κ.λπ. Μετά από ένα ορισμένο χρονικό διάστημα πρόσφορα οργανωμένες «εκλογές» θα προσέφεραν την πανηγυρική και ενθουσιώδη επιδοκιμασία του λαού στη δημιουργημένη κατάσταση. Αν αυτή η εξέλιξη δεν πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα αυτό οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στη διεθνή μοιρασιά των ζωνών επιρροής ανάμεσα στους Αγγλοαμερικάνους και τους Ρώσους. Αντίθετα πραγματοποιήθηκε σ' όλες τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης είτε με τη βοήθεια (πάντα έμμεση) του ρωσικού στρατού, είτε και χωρίς τέτοια βοήθεια όπως στη Γιουγκοσλαβία (και, φυσικά, σε μια άλλη παράλληλα και σε πολύ πιο σημαντική έκταση στην Κίνα). Σε όλες αυτές τις χώρες τα καθεστώτα που δημιουργήθηκαν αντιστοιχούσαν και αντιστοιχούν στην ολοκληρωτική εξουσία των ΚΚ.

Και ο Χρήστος Σαρτζετάκης, που έχει δεχτεί κατά το παρελθόν την εκτίμηση της Αριστεράς, λόγω της στάσης του στην περίοδο της δικτατορίας (υπόθεση Λαμπράκη) και με την ψήφισή του ως Πρόεδρο της Δημοκρατίας:

...ν ο λλοι Ερωπαϊκο λαο πεδίδοντο ες τ ργον τς νορθώσεως τν χωρν των π τ ρείπια το 2ου παγκοσμίου πολέμου, δ τ Κ. Κ. Ε. προεκάλεσε νέα πολλαπλάσια το πολέμου κείνου δεινά, μ δεκάδας χιλιάδας θυμάτων κα τεραστίας λικς καταστροφάς∙ κα μ μελανωτέραν σελίδα τ κατάπτυστον παιδομάζωμα...


Οἔχοντες ἑλληνικὴν παιδείαν γνωρίζουν, ὅτι ὁ «πόλεμος» κυριολεκτεῖται μόνον ἐπὶ διαμάχης μετὰ ξένων, ποτὲ μετὁμοφύλων, πολέμιοι εἶναι μόνον ξένοι καὁ πόλεμος μόνον μὲ ξένους διεξάγεται, ἐνἡ διαμάχη καἀντιπαράθεσις πρὸς ὁμοφύλους ὀνομάζεται «στάσις»... Καἡ στάσις αὐτἔχει ὄνομα. Τἀντλεἀπὸ τὶς κείμενες διατάξεις τῆς Ποινικῆς νομοθεσίας. ἀπόπειρα βιαίας μεταβολῆς τοῦ πολιτεύματος τῆς χώρας (ὅπως ἐν προκειμένἀπἐλευθέρου δημοκρατικοῦ εἰς καταπιεστικὸν κομμουνιστικόν) συνιστᾷ τὸ κακούργημα τῆς ἐσχάτης προδοσίας [ἄρθρον 123 § 2 τοῦ προϊσχύσαντος μέχρι καὶ τοῦ 1950 Ποινικοῦ Νόμου, ἄρθρον 134 § 1 Β β τοἰσχύοντος Ποινικοῦ Κώδικος]. ἐπιχείρησις βιαίας ἀποσπάσεως ἐδάφους ἀπὸ τἙλληνικὸν κράτος (ὅπως ἐν προκειμένῳ τῆς Μακεδονίας μας) συνιστᾷ τὸ κακούργημα τῆς προδοσίας (ἐπιβουλῆς τῆς ἀκεραιότητος) τῆς χώρας [ ἄρθρον 123 § 4 Ποινικοῦ Νόμου, ἄρθρον 138 § 1 Ποινικοῦ Κώδικος ]. Ἡ δὲ συμφωνία ἕνωσις μἄλλους (ἕνα ἢ περισσοτέρους) πρὸς διάπραξιν συγκεκριμένων κακουργημάτων (ὅπως τὰ προκείμενα) συνιστᾷ τἔγκλημα τῆς συμμορίας [ἄρθρον 57 Ποινικοῦ Νόμου, ἄρθρον 187 § 1 Ποινικοῦ Κώδικος]. Καἂς προστεθἐδῶ, ὅτι δὲν πρόκειται περἰδιαιτερότητος τῆς Ἑλληνικῆς Ποινικῆς Νομοθεσίας, παλαιᾶς καἰσχυούσης. Διότι τἴδια ἐγκλήματα μὲ τοὺς ἰδίους χαρακτηρισμοὺς καὶ τὰς ἰδίας αὐστηρὰς κυρώσεις προβλέπουν καὶ αἱ ξέναι ποινικαὶ νομοθεσίαι, ὅλων τῶν πολιτισμένων χωρῶν. Ἐθνοπροδόται καὶ προδόται τῆς χώρας, λοιπόν, καὶ συμμορῖται ὑπῆρξαν, κατὰ τὸν μόνον δυνατὸν καἐπιστημονικῶς ἀκριβῆ χαρακτηρισμόν, οἀποτελέσαντες τὸν ψευδώνυμον «Δημοκρατικὸν Στρατόν». Ἑπομένως καὀρθότατα ἐχαρακτηρίζοντο ἀνέκαθεν ὡς «συμμορῖται» καἐγίνετο λόγος συνεκδοχικῶς περὶ «συμμοριτοπολέμου», ἐξ αἰτίας δὲ τῆς ἀποκλειστικῶς ἀπὸ τὸ Κ.Κ.Ε. ποδηγετήσεώς των, περὶ «κομμουνιστοσυμμοριῶν» καὶ «κομμουνιστο-συμμοριτοπολέμου».

Πηγές:
Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακόν Αγώνα – Το πρώτον έτος του Α/Σ Αγώνος 1946. Έτος Εκδόσεως 1971
Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακόν Αγώνα – Το δεύτερον έτος του Α/Σ Αγώνος 1947. Έτος Εκδόσεως 1980
Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακόν Αγώνα – Η εκκαθάρισις της Ρούμελης και η πρώτη μάχη του Γράμμου. Έτος Εκδόσεως 1970
Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Αντισυμμοριακόν Αγώνα – Επιχειρήσεις του Γ” Σώματος Στρατού (1946-1949). Έτος Εκδόσεως 1976.
Η απελευθέρωσις της Ελλάδος και τα μετά ταύτην γεγονότα (Ιούλιος 1944 – Δεκέμβριος 1945). Έτος εκδόσεως 1973.
Τί πρέπει να ξέρει ο καθένας για τον Κομμουνισμό – ΓΕΣ 1950
Blog Πάρε - Δώσε

Συνεχίζεται με... "Το παιδομάζωμα, η πληγή που αιμορραγεί ακόμα"

Alt3r 3go

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου